Ριζοσπαστικές τομές στην εκπαίδευση και εθνική πολιτική

 


               Τις απόψεις που ακολουθούν τις έχω ξανακαταθέσει ως εκπαιδευτικός. Ελάχιστη συζήτηση γίνεται επ’ αυτών. Συνήθως γίνονται αντικείμενο ύβρεων και γενικότερου ψόγου από πολλούς συναδέλφους μου εκπαιδευτικούς. Ο ψόγος παίρνει κι εμένα, οπότε οι πολιτικοί χαρακτηρισμοί που με ακολουθούν δια της αποφατικής οδού, καταντούν να είναι επαινετικοί: θατσερικός νεοφιλελεύθερος.

               Το νομοσχέδιο που θέλει να περάσει για την αξιολόγηση η Νίκη Κεραμέως είναι ένα  σημαντικό, πλην ημιτελές αξιολογικά νομοσχέδιο. Έχει πολλές μα πάρα πολλές θετικές πλευρές. Δεν έχει όμως τα στοιχεία της αξιολόγησης που, εγώ αποκλειστικά, θα περίμενα. Λέω, εγώ αποκλειστικά, διότι, εντέλει είμαι εγώ και οι απόψεις μου που εκπροσωπούνται εδώ. Όχι κάποιο κόμμα ή κάποια κοινωνική ομάδα.

               Ξεκαθαρίζω: Υποστηρίζω σθεναρά την Κεραμέως διότι αυτή τη στιγμή το πολιτικό μας προσωπικό δεν έχει τίποτε καλύτερο να επιδείξει. Αν ήταν να τη συγκρίνω με την Άννα Διαμαντοπούλου, θα υποστήριζα την Διαμαντοπούλου. Νομίζω όμως πως ούτε η ίδια η ΝΔ έχει κάποιο πρόσωπο πιο αποφασισμένο για μεταρρυθμίσεις από την Κεραμέως, και μάλλον ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του, δεν μπορεί να σηκώσει περισσότερα κεντρώα πρόσωπα απ’ όσα ήδη διαθέτει (Πιερρακάκης, Γεραπετρίτης, Χρυσοχοΐδης, Τσακλόγλου, Γιατρομανωλάκης, Σκέρτσος, Μιχαηλίδου, Χαρδαλιάς, Σκάλκου κτλ).

               Η λέξη μεταρρύθμιση στην Παιδεία είναι μια λέξη η οποία στην Ελλάδα τους 2021 θα έπρεπε να σημαίνει και να απαιτεί «επανάσταση». Διότι είμαστε στον πάτο. Διότι παρά την ύπαρξη μιας κρίσιμης μάζας πολύ καλοπροαίρετων και φιλότιμων ανθρώπων της εκπαίδευσης οι οποίοι εργάζονται φιλότιμα και μεθοδικά (ίσως να είναι μια ομάδα που αγγίζει και το 50% επί του συνόλου), ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΤΟΝ ΠΑΤΟ διότι η ελληνική εκπαίδευση δεν έχει προσανατολισμό. Και επιπλέον, διότι δυο βλακώδεις κυρίαρχες αντιλήψεις και αρχές που προέκυψαν μεταπολιτευτικά, η ήσσων προσπάθεια λόγω κρατικού υποχρεωτικού σχολείου και η αρχή της αντιαυταρχικής εκπαίδευσης, έχουν μεταφέρει χρόνο με το χρόνο το βάρος της παιδείας από το δημόσιο κανονικό σχολείο, σε ιδιωτικούς χώρους όπου ισχύει άλλο αξιακό σύστημα: πιο πραγματιστικό και συνάμα ωφελιμιστικό, αλλά με τις αρχές της αγοράς. Φροντιστήριο λοιπόν... Όπου βγάζεις το σκασμό σου (αλλιώς φεύγεις) και τα σκας κανονικά (στο τζάμπα, τα φροντιστήρια χάνουν την αξία τους – βλέπε κοινωνικά φροντιστήρια μητροπόλεων και δήμων).

               Το νομοσχέδιο που καταθέτει η Κεραμέως έχει μερικά γραφειοκρατικά προβλήματα που είχαν προηγούμενα νομοσχέδια τα οποία προφασίστηκε και κατόπιν κατήργησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Θυμάμαι ανευθυνοϋπεύθυνους/ες ακατάλληλους/ες διευθυντές/τριες που μας έσπαγαν τα ... παπάρια (συγχωρήστε μου την βωμολοχία, είναι από τα νεύρα...) με αλλεπάλληλες συνεδριάσεις για την αυτοαξιολόγηση, εν έτει 2012-2015 και ουσιαστικά μας ανάγκαζαν να κάνουμε ανοησίες αυτοβαθμολογούμενοι ως σχολικές μονάδες με σχεδόν άριστα. Γιατί σχεδόν; Μα για να ... έχουμε περιθώριο βελτίωσης!!!

               Είμαι άνθρωπος που γουστάρει τους νόμους της αγοράς... όχι για τίποτε άλλο! Επειδή δεν δοκιμάστηκαν σοβαρά ποτέ. Και επειδή, συχνά όταν δουλεύω στο σχολείο, νομίζω πως είμαι σε ένα παράλληλο σύμπαν. Το πρωί δουλεύω στο κατά φαντασίαν εκπαιδευτικό σύστημα των κατά φαντασίαν αγγελικά πλασμένων προθέσεων, και το απόγευμα με τα παιδιά μου, περνώ στην πραγματική πραγματικότητα.

               Θεωρώ ότι κανένας δεν μπορεί να φτιάξει σοβαρό αξιολογικό σύστημα αν δεν περιλάβει ΚΑΙ την γνώμη ΚΑΙ την αξιολόγηση αυτού που δέχεται το αγαθό της εκπαίδευσης και το προϊόν της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

               Θα με κατηγορήσει εύκολα κάποιος ως λαϊκιστή. Ενδεχομένως η άποψή μου να κινδυνεύει να στραφεί προς το λαϊκισμό, αλλά πιστεύω ακράδαντα ότι τον δάσκαλο και το σχολείο πρέπει να τον κρίνει θετικά ή αρνητικά ΚΑΙ ο γονιός. Και εν προκειμένω δεν μιλώ μόνο ως εκπαιδευτικός αλλά και ως γονιός δυο τέκνων. Κατ΄ επανάληψιν, έχω δεχθεί φραστικούς αξιολογικούς χαρακτηρισμούς από γονείς. «Μπράβο» σας κ. καθηγητά... Αυτά τα μπράβο θα ήθελα να με συνοδεύουν μέχρι περατώσεως της εκπαιδευτικής μου υπηρεσίας. Επίσης από γονείς και διευθυντές σχολείων έχω ακούσει πολύ όμορφες παρατηρήσεις οι οποίες κυριολεκτικά μ’ έκαναν καλύτερο δάσκαλο... Δεν λέω... Αδικήθηκα ίσως από κάποιους. Αλλά κι αυτό το αίσθημα της αδικίας με οδήγησε σε πιο ισορροπημένες στάσεις, συμπεριφορές και πρακτικές διδασκαλίας και παιδαγωγίας. Διότι πέραν του καλού του θετικού και του ρηξικέλευθου, ζητούμενο είναι και το ισορροπημένο. 

               Και πώς θα γίνει η κρίση προς τον εκπαιδευτικό και το σχολείο του, όταν βρέξει – χιονίσει, αυτά θεωρούνται δεδομένα;

               Μέχρι και ο Τσίπρας, έστειλε τα παιδιά του σε ιδιωτικά σχολεία και κολλέγια κατόπιν κάποιων προσωπικών του κριτηρίων. Δια των οποίων απαίτησε να μορφωθούν τα παιδιά του... Βλέπετε ο κνίτης; Ιδιωτικό και καλό σχολείο διάλεξε. Αξιολογημένο καλό σχολείο για τα τσιπρόπουλα. Ομοίως και η Παπαρήγα η οποία αν θυμάμαι καλά, με τον μακαρίτη τον άνδρα της, είχαν προτιμήσει το Κολλέγιο Αθηνών για το σπλάχνο τους.

               Ποια η διαφορά ενός ιδιωτικού σχολείου από ένα δημόσιο; Ενδεχομένως καμμία, ενδεχομένως τεράστια. Δεν απαξιώνω το δημόσιο... Έχω βρεθεί με τρομερές ομάδες συναδέλφων σε σχολεία που έχουν κάνει θαύματα πάνω στα παιδιά, δημιουργώντας καθημερινές συνθήκες γιορτής στο σχολείο. Ένα διαρκές εκπαιδευτικό, επιστημονικό και παιδαγωγικό πανηγύρι. Όμως αυτές οι συνθήκες δεν είναι ο κανόνας. Είναι η καλή εξαίρεση!

               Επιπλέον... Στην συνείδησή μου είναι ψηλά κάποια από τα σχολεία που θήτευσα, όχι λόγω μαθητών ή περιβάλλοντος, αλλά λόγω διευθυντών. Αν ο διευθυντής ή η διευθύντρια είναι ωραίος/α και σωστός/ή, ικανός/ή, τότε το σχολείο είναι πρότυπο ή μπορεί να λειτουργήσει σαν ένα πρότυπο.

               Ναι, μην το κοροϊδεύετε. Ρημαδιό παρέλαβαν κάποιοι φίλοι τα σχολεία τους και μέσα σε λίγους μήνες έθεσαν τις βάσεις ώστε να γίνουν πρότυπα, με τους συλλόγους εκπαιδευτικών αλλά και γονέων και κηδεμόνων, να πίνουν νερό στο όνομά τους...

               Τα ζητήματα της υλικοτεχνικής υποδομής συχνότατα δεν είναι ζητήματα χρημάτων... Είναι μεράκι του διευθυντή που εμπνέει τον διδάσκοντα, που πείθει τον Πρόεδρο Σχολικών Επιτροπών του Δήμου και που, με βάση τη γνώση και το μεράκι του φροντίζει να συντηρεί τα πάντα διαρκώς... Κι έτσι ένα σχολείο γίνεται καλύτερο στην προσφερόμενη υπηρεσία του.

               Αντίθετα, κάποτε - κάποτε είχα για διευθυντή έναν ακατάλληλο συμπλεγματικό ή μιαν ακατάλληλη συμπλεγματική, άτομα που εικόνιζαν τα προσωπικά τους προβλήματα ως προβλήματα του σχολείου, των παιδιών και των εκπαιδευτικών. Τι δουλειά να κάνεις στα «μαγαζιά» τους; Ποιος τους ελέγχει για τις καταστάσεις που εκθρέφουν; Και βασικά: ποιος νόμος, τούς αφήνει τα παραθυράκια ώστε να γίνονται διευθυντές και διευθύντριες άνθρωποι εντελώς ανυπόληπτοι, εντελώς αποτυχημένοι, εντελώς ακατάλληλοι για θέση ευθύνης; Επειδή ήταν μοριοδοτημένοι ως παλιοί εκπαιδευτικοί, ή ως μεταπτυχιακοί απόφοιτοι (συχνότατα με σπουδές άσχετες με την διεύθυνση σχολικών μονάδων[1]), ή ως συνδικαλιστές... Επιπλέον, με συνεντεύξεις από ένα συμβούλιο φίλων τους, που τους μοίρασε «άριστα» για να αποφύγει την ευθύνη τού να αξιολογήσει σοβαρά...

               Και ο «πελάτης»; Πού είναι, και πού ήταν η γνώμη του;

               Πουθενά φίλοι μου. Το προϊόν της εκπαιδευτικής διαδικασίας το προσλαμβάνει ο μαθητής και η μαθήτρια οι οποίοι όμως δεν είναι πολίτες, ούτε έχουν τα καθαρά κριτήρια να κρίνουν. Έχουν όμως δια νόμου οι γονείς και κηδεμόνες τους.

               Η πρότασή μου για την αξιολόγηση είναι ένας συνδυασμός του Βελγικού με το Βρετανικό μοντέλο. Τα θεωρώ πολύ αποτελεσματικά και πολύ χρήσιμα. Όσοι έχετε κάποιες ιδεολογικές προκαταλήψεις θα τα κατηγορήσετε εύκολα. Δεν σας κρατώ κακία. Όταν ζεις δυο ζωές σε σοβιετικό καθεστώς, όπου ακόμη και την αγορά κιμωλίας την περιμένεις να την υπογράψει ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας, το να βρίσκεται κάποιος και να λέει απόψεις για αυτονόμηση[2] και αξιολόγηση από παντού, χωρίς προστασίες, συνήθως ξενίζει και σε οδηγεί σε αντιδράσεις. Φύσει ορθολογιστής, εδώ και λίγα χρόνια προσπαθώ να συμβάλω στη διάδοση αυτής της ιδέας της αλλαγής αξιολογικού μοντέλου. Η διάδοση των ιδεών, η κουβέντα για αυτές, φέρνει την ώσμωση. Την αλληλεπίδραση δηλαδή.

               Ποιος ξέρει; Σε κάποιο χρονικό διάστημα μπορεί αυτές οι ιδέες να γίνουν επεξεργάσιμες και αποδεκτές, μέσα από άλλα φίλτρα, τα οποία θα διώξουν επιτέλους:

  • ·      τον μεθύστακα μιας μικρής κοινωνίας από τη θέση του διευθυντή σχολικής μονάδας,
  • ·        τον συμπλεγματικό αγράμματο πανίβλακα ο οποίος ναρκισσεύεται ότι διοικεί σχολείο επειδή προπόνησε κάποτε στη ζωή του μια ομάδα πιτσιρικάδων στο γουίν σέρφιγκ,
  • ·      τον λαϊκιστή που χαϊδεύει την εφηβική παραβατικότητα για να κάνει τράκα ένα τσιγάρο, επειδή παρά τους αλλεπάλληλους αντικαπνιστικούς νόμους, δεν μπορεί να βάλει σε τάξη τα πάθια του,
  • ·     τον νευρικό που νομίζει ότι απειλώντας και βρίζοντας θα κρατήσει σχολείο ανοιχτό...  
  • ·    τον φοβικό τύπο, που ξέρει αγγλικά, υπολογιστές, έχει μεταπτυχιακό, αλλά έρχεται στο σχολείο τη 2η ώρα καθημερινά και φεύγει στην 6η, αφήνοντας τα πάντα στον αυτόματο πιλότο,
  • ·      αυτόν που δεν ξέρει να παίρνει αποφάσεις και κάνει συνεδριάσεις καθημερινά με όλο το σύλλογο διδασκόντων για να αποφύγει την ευθύνη του να πάρει μια "γμμνη" απόφαση...

      Κρατήστε στο νου σας αυτές τις υπαρκτές περιπτώσεις... Τέτοιους διευθυντές και τέτοιες διευθύντριες έχω συναντήσει πολλούς/ές. Οι καλοί δεν είναι πολλοί. Οι καλές ακόμη πιο λίγες.  Και οι άχρηστοι, έχουν πάντοτε αυξημένο το αίσθημα της αυτοσυντήρησης και βρίσκουν τα καλώδια επικοινωνίας με τα στελέχη εκείνα τα οποία θα καταφέρουν να τους βοηθήσουν για την ανανέωση της θητείας τους... Διότι ένα σχολείο χωρίς άχρηστο διευθυντή, είναι ρε παιδί μου σαν μακαρονάδα χωρίς σάλτσα...  

Η ΑΞΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΟΥ ΠΡΟΤΑΣΗ

               Η αξιολογική πρόταση που έχω να καταθέσω... Ιδού: Τα σχολεία μας είναι δυο κατηγοριών: Τα απομακρυσμένα και αναγκεμένα της δύσβατης επαρχίας και των μικρών νησιών, και όλα τα υπόλοιπα... Αναφέρομαι κατ’ αρχάς σε όλα τα υπόλοιπα. Στα πολλά.

               Προϊόντος του χρόνου, ο γονιός να παίρνει επιταγές από την πολιτεία των 4.500€ - 6.000€ ανά τέκνο, (τα ποσά ποικίλλουν αναλόγως τη βαθμίδα εκπαίδευσης) και να επιλέγει όποιο σχολείο θέλει, ιδιωτικό ή δημόσιο... Όσο κοντά ή μακριά κι αν είναι αυτό από το σπίτι του. Ο διευθυντής με τα χρήματα αυτά θα λειτουργεί το σχολείο του και θα μισθοδοτεί το προσωπικό. Οι κανόνες πρόσληψης του προσωπικού θα υπακούν στους κανόνες των εργασιακών νόμων της πολιτείας: Μόνιμοι, αορίστου χρόνου και ορισμένου χρόνου εκπαιδευτικοί, με ανάλογες αρμοδιότητες.

               Τα καλά σχολεία θα γίνονται καλύτερα. Τα μικρά σχολεία θα χρειάζονται συνένωση με μεγαλύτερα για να έχουν πληρότητα. Θα πάψουν τα σχολεία να είναι μόνο για 3 ειδικότητες εκπαιδευτικών (φιλόλογοι, μαθηματικοί και φυσικών επιστημών), ενώ θα οργανώνουν από μόνα τους φροντιστηριακά μαθήματα. Όλα τα ιδιωτικά φροντιστήρια θα συνενώνονται σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, ενώ η τεράστια δεξαμενή της ιδιωτικής φροντιστηριακής εκπαίδευσης θα απορροφηθεί από τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.

               Θα κλείσουν πολλά σχολεία, ειδικά όσα θα κριθούν ως κακά σχολεία. Οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί τους δεν θα απολυθούν, αλλά θα έχουν την δυνατότητα να αναζητήσουν θέση σε μια επετηρίδα πάρα πολλών απομακρυσμένων και νησιωτικών περιοχών όπου το σύστημα της επιλογής σχολείου με επιταγή, δεν θα μπορεί να λειτουργήσει. Εκεί, με όλων των λογιών τα κοινωνικά κριτήρια και τα μπόνους, θα πρέπει να αναζητήσουν μία θέση την οποία κυριολεκτικά θα παντρευτούν... Ακόμη ηχούν στ’ αυτιά μου τα παράπονα γονιών μικρού νησιωτικού σχολείου: «Οι καθηγητές που έρχονται στον τόπο μας, γιατί φεύγουν συνέχεια; Γιατί δεν αγαπούν τον τόπο μας; Γιατί δεν κάθονται μερικά χρόνια ακόμη; Τα παιδιά μας κοντεύουν να τρελαθούν από τις αλλαγές που γίνονται συνέχεια».

               Το σύστημα που προτείνω εφαρμόζεται στο Βέλγιο, όπου το 60% των σχολείων είναι δημόσια και το 40% είναι ιδιωτικά ή της Καθολικής Εκκλησίας. Και ναι, ο καθένας, όχι μόνον ο Τσίπρας, μπορεί να στείλει το παιδί του σε ένα καλό ιδιωτικό ή Καθολικό  ή δημόσιο σχολείο... Κάθε σχολείο μπορεί να ζητήσει ένα επιπλέον ποσό ίσο με το 20% του ετήσιου κρατικού voucher για φροντιστήρια ή δραστηριότητες των μαθητών του. Ακόμη και τα αγγλικά μαθαίνονται στα σχολεία. Κάθε σχολείο που δέχεται αιτήσεις περισσότερες από αυτές που μπορεί να εξυπηρετήσει, μπορεί να βάλει τα δικά του κριτήρια εισαγωγής.

               Ταυτόχρονα, κάθε εκπαιδευτικός –όπως προβλέπει και το παρόν νομοσχέδιο- αξιολογείται από τον διευθυντή του υπηρεσιακά, από τον σύμβουλο παιδαγωγικής ευθύνης και από το σύμβουλο ειδικότητας στον διδακτικό και παιδαγωγικό τομέα, με μετρήσιμα αξιολογικά κριτήρια...

               Το σύστημα του παντρέματος θέσεων απομακρυσμένων περιοχών το υιοθέτησε η νεοφιλελεύθερη Μάργκαρετ Θάτσερ στη Μ. Βρετανία, η οποία κατάφερε να στελεχώσει τις πιο απομακρυσμένες περιοχές της επικράτειας, δίνοντας στους ανθρώπους αυτούς επιδόματα ίσα με το 50% του μισθού τους και προσφέροντάς τους όλες τις ανέσεις του σύγχρονου πολιτισμού... Φανταστείτε π χ. το νησάκι της Νισύρου με τους 800 μόνιμους κατοίκους και τα 2 πλοία/εβδομάδα που το συνδέουν με τον Πειραιά: να γεμίσει με άλλους 800 κατοίκους (οι υπάλληλοι με τις οικογένειές τους). Να μεγαλώσει η κοινότητα του νησιωτικού Παραδείσου και να αποκτήσει μια τεράστια αυτονομία οικονομική και διαχειριστική. Με σταθερότητα... Θα λένε όλοι ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΑΩ ΝΙΣΥΡΟ, ΤΗΛΟ, ΧΑΛΚΗ, ΑΝΑΦΗ, ΚΑΣΟ ΚΑΣΤΕΛΟΡΙΖΟ, ΚΑΡΠΑΘΟ... Φανταστείτε διασπορά και αποκέντρωση. Και ενίσχυση της τοπικής οικονομίας προϊόντος του χρόνου...

               Όλα τα παραπάνω, δεν είναι μια πρόταση μπλοκ... Είναι ιδέες που πηγάζουν από τον πόνο για την εκπαίδευση. Από τον πόνο που το σχολείο είναι ένας κολοβωμένος και ακρωτηριασμένος θεσμός.

               Είμαι γόνος μιας όχι άνετης, αλλά μάλλον φτωχής οικογένειας της επαρχίας. Ο πατέρας μου ιερέας, με πολύτεκνη οικογένεια και ένα μισθό. Όλη μου η κοινωνική και οικονομική διάκριση βγήκε από την καλή παιδεία που μου εξασφάλισε το φτωχό πατρογονικό μου σπίτι και οι δάσκαλοί μου. Έκανα σπουδές Γαλλικής Φιλολογίας με πανελλήνιες στο ΑΠΘ (1988-1992), Μουσικής σε ιδιωτικά ωδεία (1988-2002) και Θεολογίας με κατατακτήριες και μεταπτυχιακά (1994 – 2014). Χάρη σε αυτές τις σπουδές απέκτησα τα όπλα με τα οποία εργάζομαι (στην δημόσια εκπαίδευση από το 2000) έχοντας αξιοπρεπή μισθό και εφόδια κοινωνικής προσφοράς και ανάδειξης. Η καλή παιδεία, η ζωντανή παιδεία κι όχι η σοβιετικού τύπου νεκρή δημοσιοϋπαλληλία είναι το κλειδί για το ζωντάνεμα μιας κοινωνίας που είναι βουτηγμένη στην γκρίνια και τον καημό του αδικαίωτου. Τα κλειδιά της επιτυχίας: Συλλογική αλλά πρωτίστως ατομική ευθύνη στο σχολείο, έλεγχος του σχολείου από τους θεσμούς ελέγχου αλλά και από τον παράγοντα που δέχεται το ευεργέτημα της παιδείας, διασπορά των καινοτομιών όπου μπορούν να εφαρμοστούν και ικανότητα διευθυντών...

               Τα παραπάνω είναι λιγοστά, ελλιπή και ανάπηρα μέσα στην ολότητα των σοβαρών προτάσεων που ενδεχομένως μπορούν να κατατεθούν παράλληλα... Ας γίνουν όμως δεκτά ως μια ελάχιστη προσπάθειά μου, να συμβάλλω με ό,τι διαθέτω, στην κουβέντα για μια λειτουργική αλλαγή στην παιδεία μας.

 

Γιάννης Θ. Τοπαλίδης

Εκπαιδευτικός Γαλλικής Γλώσσας & Μουσικής

Μ.Α. Οικουμενικής Θεολογίας



[1] Κάποτε κάποιος σοβαρός επιστήμονας πρέπει να ασχοληθεί με τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών. Συχνά, όσα έχουν σχέση με την εκπαίδευση ή τη διοίκηση σχολικών μονάδων, είναι μια ατελείωτη διαδικαστική αρλουμπολογία δήθεν δημοκρατικότητας και μηδενικού αποτελέσματος. Αλλά ας μην βγω από το θέμα μου!

[2] Είναι θετικό το ότι στο νέο νομοσχέδιο, δίνονται πολλές αρμοδιότητες στον διευθυντή του σχολείου, ώστε να παίρνει αποφάσεις... Το επικίνδυνο είναι βέβαια, μην πέσουμε σε καν’να ανίκανο κι άσχετο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τιμώντας μιαν άξια διευθύντρια διεύθυνσης εκπαίδευσης, τη Χριστίνα - Χρυσάνθη Βαμβούρη

Μνήμη οσίου Παϊσίου Αγιορείτου

Ο ΝΑΤΟΥΡΑΛΙΣΜΟΣ, Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΟΥ 1821.