Μνήμη οσίου Παϊσίου Αγιορείτου


Δημοσιευμένο στο facebook στις 14 Ιουλίου 2021


Πέρασαν λίγες μέρες από την μνήμη του. Τη μνήμη του πιο παρεξηγημένου και διαπομπευμένου σύγχρονου αγίου.

Παρεξηγημένου και διαπομπευμένου από φίλους και εχθρούς της Εκκλησίας. Οι δεύτεροι παίρνουν αφορμή από τον φανατισμό των πρώτων και γίνεται του Κουτρούλη ο γάμος.
Τι ήταν όμως τελικά ο Άγιος Παΐσιος;
Ένας σύγχρονος άγγελος που μοίραζε ευλογίες και θαύματα σε κάθε έναν που προσέφευγε σε αυτόν;
Ήταν ένας συνομιλητής του Χριστού που μπορούσε να δώσει «παραγγελία», κατά τις προσευχές των «αμαρτωλών» προσκυνητών;
Ήταν ένας προφήτης μελλοντολόγος που έβλεπε διορατικά την πορεία κάθε επισκέπτη του και συνάμα την πορεία της Ελλάδας;
Διάβασα ένα από τα βιβλία του, το πρώτο: «Με πόνο και αγάπη για το σύγχρονο άνθρωπο». Ένα υπέροχο βιβλίο για κάθε χριστιανό.
Όμως θέλω να πω εδώ ότι τον συνάντησα δυο φορές. Ναι τον γνώρισα, του μίλησα και μου μίλησε και έχω ιδίαν εικόνα.
Θα πει κάποιος «και τι με αυτό ρε φίλε; Η γνωριμία σου αποτελεί την πεμπτουσία του Αγίου;»
Όχι παιδιά... Απλά επειδή τον αγάπησα πολύ, αλλά με εντελώς διαφορετικό τρόπο από όσους διαδηλώνουν ότι τον σεμνύνονται, καταθέτω εδώ τις δυο περιστάσεις επικοινωνίας, συνάντησης και συνομιλίας. Σημαντικές ή ασήμαντες, δεν ξέρω...
Την πρώτη φορά, ήταν χειμώνας. Κατέβαινα μέσα στο ψιλόβροχο το μονοπάτι Κουτλουμουσίου – Ιβήρων για να πάω στον μακαρίτη παιδικό φίλο π. Δανιήλ στην Ιβήρων, νέο μοναχό τότε, κάπου στα 1989-1990. Το σπίτι του π. Παϊσίου ήταν ανοιχτό και η πρόκληση να πω μια καλησπέρα και να περιμένω λίγο μπας και σταματήσει η ψιχάλα ήταν προφανής. Τον βρήκα στην λιτή σάλα του σπιτιού με 4-5 ανθρώπους ακόμη τους οποίους τους συμβούλευε να μην του λένε τίποτε αλλά να παν να βρουν έναν παπά στην ενορία τους και να αποκτήσουν κανονική ενοριακή ζωή. Ακούγοντάς τα αυτά, εγώ δεν είπα τίποτε. Κάθισα λίγο κι έφυγα. Είπε και σ’ εμένα το ίδιο πράγμα.
Την δεύτερη φορά που πήγα ήταν πιο συγκλονιστικά τα πράγματα. Τέτοια εποχή, καλοκαίρι του 91. Με τον αδερφικό φίλο Θανάση Αθανασιάδη είμαστε στο κελί του αδερφού και πνευματικού πατέρα μας, του π. Μακάριου, στο Μαρουδά, ψηλά στις Καρυές.
«Πάμε μέχρι την Ιβήρων να δούμε την Παναγία την Πορταΐτισσα;» πρότεινε ο Θανάσης.
«Πάμε», είπα ευθύς αμέσως.
(Ήταν λίγους μήνες αφότου ο πρώην Σταυρονικητιανός ηγούμενος π. Βασίλειος Γοντικάκης, ανέλαβε με τη μισή συνοδεία της Σταυρονικήτα την Μονή Ιβήρων, καθιστώντας την κοινοβιακή από ιδιόρυθμη).
Ο Θανάσης, εγώ και αρκετοί σαν εμάς, αποφεύγουμε την θρησκευτική ορολογία «προσκύνημα», «ευλογία», «διακόνημα», «μετάνοια»...
Γι’ αυτό λεμε «να δούμε την εικόνα».
Κατηφορίζοντας, μπροστά από την Παναγούδα (Κελί-σπίτι αγ. Παϊσίου), συναντήσαμε και δυο χριστιανόπουλα μεταξύ 20-25 ετών, που χτυπούσαν το καμπανάκι της αυλόθυρας το οποίο ειδοποιούσε στο εσωτερικό με ένα σχοινί την εσωτερική καμπάνα (αυτοσχέδιο κουδούνι ελλείψει ηλεκτρικών ευκολιών). Ήταν μεσημέρι, και μάλλον το έκαναν αρκετές φορές με αποτελεσμα ο π. Παΐσιος να βγει μαινόμενος...
«Αμάν επιτέλους... Δεν μπορεί άνθρωπος να ησυχάσει μέσα στο μεσημέρι» φώναξε...
Τα χριστιανόπουλα πήραν αυτό το χαζοπρεπές ντροπαλό ύφος του στυλ «θέλουμε γέροντα μια ευλογία μόνο»... Τα κλασσικά βλαμμένα όντα που δεν έχουν ιδίαν βούλησιν, αλλά αναζητούν θαύματα, γεροντάδες και δυστυχείς πνευματικούς καθοδηγητές, είτε για να τους φορτωθούν, είτε για να επιβεβαιώσουν την ανοησία που έχουν στο κεφάλι τους και κυρίως την άρνηση προσωπικής ευθύνης στη ζωή τους...
Ήμασταν κι εμείς οι δυο, εγώ κι ο Θανάσης εκεί... Και κυριολεκτικά, πέραν ενός χαιρετισμού, μέναμε σιωπηλοί.
Ο πατήρ, μάς έκανε εντυπωση... Ήταν άνθρωπος τελικά. Με νεύρα και φωνή και εντελώς ανθρώπινες φυσικές αντιδράσεις...
Μας κέρασε και τους τέσσερις, ξερολούκουμα με δροσερό νερό.
Τα χριστιανόπουλα άρχισαν αμέσως να τον βομβαρδίζουν με μελλοντολογικές και εσχατολογικές ερωτήσεις... Πωωωωω! Πόσο βαρετά και ψεύτικα αυτά τα πράγματα. Και πόση ανοησία κρύβουν αυτές οι δήθεν αναζητήσεις. Κοιταζόμαστε με τον Θανάση στα μάτια και αντιλαμβάνομαι ότι κι ο Θανάσης αισθάνεται τα ίδια και δεν βλέπουμε μαζί την ώρα να φύγουμε...
Ως εκ θαύματος ο π. Παΐσιος άρχισε να αντιδρά και να φωνάζει τον ερωτώντα. «Να σκέφτεσαι άλλα πράγματα, πιο χριστιανικά, αυτά που σκέφτεσαι είναι ανόητα. Δεν σε σώζουν αυτές οι έγνοιες. Ο Χριστός σε σώζει. Να πας να βρεις έναν παπά στον κόσμο να σ’ εξομολογεί και να φύγεις από το Όρος...Ακούς τι σε λέω;» Και σχεδόν τον έδιωξε...
Με τον Θανάση δεν κρύψαμε τη χαρά μας από την έκπληξη... Κι ο π. Παΐσιος μας είπε μια παραλλαγή του κηρύγματός του για την μέλισσα και τη μύγα... «να είστε σαν τις μέλισσες. Και σ’ ένα βούρκο από κοπριές και σκουπίδια, θα ζητάτε τ’ αγριολούλουδο να το τρυγήσετε, αγνοώντας τη βρωμιά. Όχι σαν τις μύγες... Οι μύγες και σε ένα τεράστιο περιβόλι με λουλούδια να τις βάλεις, θα αγνοήσουν τα άνθη και θα κολλήσουν σε κάποια ξεχασμένη κοπριά ζώου. Και να είστε σε επαφή με την Εκκλησία εκεί όπου ζείτε». Μας ξανακέρασε νερό και ξερολούκουμα...
Πήραμε το δρόμο για την Ιβήρων, μισή ώρα κατέβασμα... Και για κάν’να δεκάλεπτο δεν λέγαμε κουβέντα...
Πριν την Ιβήρων, άρχισα να τραγουδάω το τραγούδι του Πορτοκάλογλου «Ταξίδι»
Μόνος, οδηγάω μόνος
ατέλειωτος ο δρόμος
ατέλειωτες στροφές
σκόνη, μια χώρα μες τη σκόνη
μα πάντα με πληγώνει
κι αρχίζω ανασκαφές
Είδα, την άγνωστη πατρίδα
χαμένη Ατλαντίδα
στις χωματερές.
Τώρα, περιμένει τώρα
με τα κρυφά της δώρα
τους εθελοντές.
Μην ψάχνεις πια αλλού
αφού το ξέρεις ήδη
Μην ψάχνεις πια αλλού
εδώ είναι το ταξίδι ...
Φτάσαμε στην Ιβήρων κι ένας καλόγερος υπέροχος αρχοντάρης, ο υπέργηρος πλην κοτσονάτος π. Ιάκωβος μας καλωσόρισε... Δυο ώρες με τον π. Ιάκωβο. Του είπαμε το σκηνικό, του είπαμε και το τραγούδι του Νίκου Πορτοκάλογλου.

Ο π. Ιάκωβος ήξερε πολλά. Πολίτης του κόσμου στο παρελθόν, συγκινήθηκε με τον Πορτοκάλογλου και μας μίλησε για τη θεολογία της χαμένης πατρίδας που δεν είναι οπωσδήποτε η Ελλάδα αλλά ένας άλλος κόσμος. Αυτός του Αγίου Παΐσιου...
Βγήκαμε στον κόσμο μετά λίγες μέρες. Ένας αδερφικός φίλος και ποιητής, ο Μάρκος Αντωνίου, έβαλε σε δυο στίχους την σκηνή του αποχαιρετισμού μας με τον π. Ιάκωβο:
«Το σχήμα των μόνων, σκληραίνει στ’ αλάτι».
Υ. Γ. Μια εμπειρία που είχα στα 21 μου, μου τη θύμισε σήμερα το πρωί ο Θανάσης... Ευλογία οι φίλοι... Είναι τ’ αδέρφια που επιλέγουμε...
Υ. Γ. του Θανάση Αθανασιάδη: Συμπληρώνω την όμορφη αφήγηση του Γιάννη, γράφοντας ότι εμείς βρεθήκαμε εκεί όχι για να συναντήσουμε τον π. Παΐσιο αλλά για να του αφήσουμε έναν τουρβά γεμάτο τρόφιμα και κεράσματα σταλμένα από τον π. Μακάριο.
Υ. Γ. του π. Δημητρίου Χατζησταυρίδη: Ἐπίτρεψέ μου νὰ μοιρασθῶ τὴν διήγηση τοῦ μακαριστοῦ πνευματικοῦ μου, Καθολικού πρεσβυτέρου π. Νικολάου Βιδάλη:
- Εἶχαν ἔλθει κάποια στιγμὴ κάποιοι ἱερεῖς ἀπὸ τὸ Βέλγιο, καὶ τοὺς συνάντησα στὴν Κατεντράλε (σημ. Ἅγ. Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης). Μοῦ εἶπαν ὅτι ἦλθαν στὴν Ἑλλάδα, προκειμένου νὰ ἐπισκεφθοῦν ἕναν ἐν ζωῇ ἅγιο στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὀνόματι π. Παΐσιο. Συμφωνήσαμε νὰ πάω μαζί τους. Ὅταν φθάσαμε κοντά, περίπου στὰ 50 μέτρα, ἐκεῖνος κύτταξε κι ἀμέσως σηκώθηκε κι ἔτρεξε πρὸς τὸ μέρος μου. Ἀγνοώντας ὅλους τοὺς ἄλλους, μὲ ἀγκάλιασε, τὸν ἀγκάλιασα, κι ἀρχίσαμε νὰ κλαῖμε ὁ ἕνας στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ ἄλλου σὰν μωρὰ παιδιὰ γιὰ πάνω ἀπὸ δέκα λεπτά, χωρὶς νὰ μιλᾶμε.
- Γιατί κλαίγατε, πατέρα;
- Γιὰ τὴ διαίρεση τῆς Ἐκκλησίας...

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τιμώντας μιαν άξια διευθύντρια διεύθυνσης εκπαίδευσης, τη Χριστίνα - Χρυσάνθη Βαμβούρη

Ο ΝΑΤΟΥΡΑΛΙΣΜΟΣ, Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΟΥ 1821.